Δεν έχουν
καταφέρει πολλές ελληνικές σειρές να με συγκινήσουν.
Πρώτον,
γιατί έχασα την γενιά Χ, είμαι παιδί του Ίντερνετ.
Δεύτερον,
γιατί, συνήθως, το σενάριο είναι ανύπαρκτο και η πιθανότητα να βγει σωστή
συγκίνηση, μικρότερη από της Καλαμαριάς να βγει Ευρώπη.
Μια στιγμή,
κάθε φορά που τη βλέπω, με παίρνουν τα ζουμιά. Εκεί που ο Λάζαρος αποχαιρετά
τον Γρηγόρη. Μην κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις, ξέρεις πολύ καλά τι λέω. «Είσαι
Το Ταίρι Μου», τελευταίο επεισόδιο. Η μισή Ελλάδα έσταξε στην πρώτη προβολή κι
αν δεν στάξεις κι εσύ όταν το δεις, λυπάμαι, αλλά κάποιος έκανε κάτι πολύ λάθος
στην γέννα σου.
Σε κάποια
φάση, όταν λένε τα τελευταία τους, ο Λάζαρος του πετάει,
«Όλοι έτσι
λένε, μην χαθούμε και μετά από χρόνια, ειδοποιούν τον ένα για την κηδεία του
άλλου.»
Τόσο εύκολα
σπάει μια φιλία; Όσο εύκολα μπορείς να διαγράψεις αναμνήσεις, εμπειρίες,
συγκινήσεις χρόνων, όσο λίγη ψυχή έχεις, δηλαδή. Μια φιλία δεν είναι ούτε
αμυγδαλιά, ούτε πεύκο, να ξέρεις από πριν αν θα πιάσει, ή αν θα σου καεί.
Άνθρωποι την
φτιάχνουν, άνθρωποι την χαλάνε. Θες είναι θέμα υπομονής, θες στιγμών που
μοιραστήκαμε κι έχω να ξαναβλέπω, δεν μπορώ να σου υποσχεθώ.
Μπορώ να σου
υποσχεθώ, πως, αν είναι για να μείνεις, θα μείνεις. Όταν μια φιλία κρατά
χρόνια, ειλικρινής, ανιδιοτελής, δεν υπάρχει τίποτα που να την κατεβάζει.
Ρε ‘συ,
μεθύσαμε μαζί, φάγαμε μαζί, μείναμε μαζί άφραγκοι, τι μπορείς να πεις για να με
διώξεις; Και κάπως έτσι, με τους φίλους σου κολλάς για πάντα και βρίσκεις τον
εαυτό σου να γερνά μαζί τους. Όχι με όλους, με κάποιους μόνο. Αυτούς, που στο
σχολείο πλακώνονταν για την μπάλα σου. Αυτούς, που στη σχολή σε βοήθησαν να
βγάλεις γκόμενα. Αυτούς, που θα τους χρωστάς πάντα ένα πεντοχίλιαρο και δέκα
πακέτα τράκες. Δεν είναι πολλοί εκεί έξω -δεν είναι πολλοί κι οι πραγματικοί
φίλοι, άλλωστε. Υπάρχουν.
Αν νομίζεις
πως δεν υπάρχουν, κοίτα λίγο καλύτερα γύρω σου. Είναι οι γκρινιάρηδες
σκατόγεροι του διπλανού διαμερίσματος. Κάθε πρωί τσακώνονται για τα σκουπίδια,
ή για την ξεχασμένη άμμο του γατούλη. Ε, και; Κάνε να τους χωρίσεις. Δεν μπορούν,
θα σκάσουν. Κι όταν βρίζονται, έχουν στην γωνία, στο μάτι τους, ένα γελάκι.
Αυτή είναι η καλημέρα τους. Τους την παίρνεις, και τους παίρνουν με φορείο.
Είναι οι γιαγιάδες, που πίνουν τον καφέ τους κάθε απόγευμα, στο ίδιο περβάζι,
χωρίς πείσματα και ψευτομοιρασιές. Αυτές, που κάθε Πρωτοχρονιά βάζουν να δουν
μαζί τον Παπαδόπουλο και παντρεύουν στο μυαλό τους τα εγγόνια τους (ένεκα που
δεν τους ‘κάτσαν τα παιδιά). Τόσα χρόνια νιώθουν οικογένεια η μια την άλλη,
βλέπεις, και το’ χουν καημό να τις πει ο κόσμος «συγγενείς».
Υπάρχουν
αυτοί οι άνθρωποι. Τους βλέπεις να κάθονται στα καφενεία και να ξεφωνίζουν
πιτσιρικάδες με ακουστικά, να γκρινιάζουν ο ένας στον άλλον για τον Σαμαρά, να
παίζουν μαζί πόρτες και να κλέβουν στο ζάρι, σαν παιδάκια. Θα τους δεις να ψάχνουν
τα χρόνια τους, τρώγοντας σπόρια στις παιδικές χαρές, να μαζεύουν γύρω από τις
χούφτες τους τα περιστέρια στο Σύνταγμα, ή να χαζεύουν δίπλα-δίπλα τη Ροτόντα.
Πάντα μαζί. Όχι από συνήθεια, γιατί και τσακωθήκαν και δεν μιλούσαν και
χάνονταν που και που.
Ο φίλος τους
είναι ο άνθρωπός τους. Δεν χρειάζεται αυτό που θα του πουν να είναι σημαντικό,
ή να έχει κάποιο σκοπό. Θα καταλάβει. Κάθε μέρα πρέπει να βγάζουν νόημα, να
εξηγούνται, κάθε μέρα, όλοι, έχουν τόσο κόσμο, ο οποίος απλώς παρατείνει τη
μοναξιά τους.
Κι εκεί
γυρνούν σπίτι και σηκώνουν το ακουστικό και ξέρουν, για μια ώρα, δεν έχουν
τίποτα να φοβηθούν. Πάντα γυρίζεις στους φίλους σου, γιατί ξέρεις ότι χαίρονται
να σ’ ακούνε.
Δεν ξέρω αν
θα χαθείτε ποτέ με τον Κώστα, τον Χάρη, τον Γιώργο, τον Αδάμ, τον Μάνο, τον
Κυριάκο, ξέρω πως ο κόσμος είναι πολύ μικρός για να σας χωρέσει χωριστά.
Και μη σκας
ρε Λάζαρε, θα ξαναβρεθείτε με τον Γρηγόρη.
Όταν
χαιρετούσα κι εγώ έναν φίλο μου, μια κοπέλα, καμιά τριανταριά χρόνια παραπάνω,
με είπε «Οι φιλίες δεν κλείνουν, ανοίγουν παραρτήματα.»
Απ' όλο το κείμενο, μ' έβαλαν σε σκέψεις περισσότερο οι λέξεις "Πρώτον, γιατί έχασα την γενιά Χ, είμαι παιδί του Ίντερνετ.", παρά η κεντρική ιδέα του άρθρου. Δεν μπόρεσα παρά να αναρωτηθώ αν αισθάνομαι γόνος της γενιάς του Ίντερνετ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι, περνάω αρκετές ώρες στο διαδίκτυο, παρακολουθώ ταινίες και ξένες σειρές(ακόμη και ελληνικές ενίοτε!) ονλάιν, συνδιαλέγομαι καθημερινά με ανθρώπους σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, καταγράφω τα εσώψυχα μου στο διαδικτυακό μου ημερολόγιο, έχω κάνει τσεκ ιν, έχω βγάλει ακόμη και σέλφι.. Μολαταύτα, δεν αισθάνομαι παιδί του ίντερνετ.
Μεγάλωσα παίζοντας με φίλους, παίζοντας με κούκλες ή σκίζοντας τα γόνατά μου στο πάρκο. Έβλεπα βιντεοκασέτες με παιδικά μεταγλωττισμένα προγράμματα -κυρίως αυτό που αποκαλούμε τα κλασικά της Ντίσνεϊ. Διάβαζα βιβλία και διαβάζω ακόμη -χρησιμοποιώντας το ίντερνετ όχι ως υποκατάστατο, αλλά ως εργαλείο για ευκολότερη πρόσβαση σε έργα ξένης λογοτεχνίας. Ίντερνετ δεν είχα στο σπίτι μέχρι το Λύκειο -ακόμη και τότε η εικόνα του διαδικτύου το 2006 μοιάζει απαρχαιωμένη σε σύγκριση με τη σημερινή. Εργασίες στο σχολείο κάναμε όχι από τη Βικιπαίδεια, αλλά από εγκυκλοπαίδειες και σχολικά βοηθήματα.
Οπότε όχι, δεν μπορώ να πω ότι νιώθω παιδί του ίντερνετ. Κάτι δεν μου κολλάει καθόλου...
Όσον αφορά τις φιλίες, τείνω να πιστεύω ότι οι άνθρωποι εύκολα χάνονται. Το ζήτημα είναι πώς είναι η σχέση τους όταν ξαναβρίσκονται. Πραγματικός φίλος δεν είναι εκείνος που είστε μαζί συνέχεια, αλλά εκείνος που όταν συναντιέστε μήνες μετά είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα. Κι όσο μεγαλώνω αρχίζω να προτιμώ εκείνες τις φιλίες. Εκείνες που είναι στο βάθος πάντα παρούσες, που κάθε φορά συναντιέστε κι αγκαλιάζεστε κι ύστερα πιάνετε την κουβέντα λες κι ήσασταν μαζί μόλις χθες.
Νομιζω πως και εγω προλαβα να ζησω τις ωραιες εποχες με τα κουκλοσπιτα, το σκοινακι, τα παιχνιδια στα παρκα, τις βολτες με τα ποδηλατα και ολα αυτα τα ομορφα πραγματα που καναμε τα παιδια της γειτονιας....
ΔιαγραφήΠαρολ αυτά το ιντερνετ μπηκε στη ζωη μας/μου ενεργα, ειτε με ασκησεις, ειτε με τα μηχανογραφικα που μας τα επεβαλαν ηλεκτρονικα είτε με τη σχολη που αποφασισα να μπω...
Για το κομματι με τις φιλιες που λες συμφωνω απολυτα με καθε λεξη. Αυτες οι φιλιες ειναιοι καλυτερες. Που κανεις δεν παρεξηγειτε αν δεν χτυπησει το τηλεφωνο και που μολις βρεθειτε ειναι σα να μην εχει ερασει μια μερα...
Τότε είναι που δοκιμάζονται οι φιλίες και βλέπεις αν είναι όντως αληθινές..με την πιο κοντινή μου φίλη στην Κομοτηνή, όταν μέναμε ακόμη πάνω ήμασταν μαζί κάθε μέρα. Τώρα μιλάμε πιο αραιά και καμιά φορά ανταλλάσσουμε λίγες μόνο λέξεις στα βιαστικά σε σόσιαλ μίντια, αλλά όταν μιλάμε στο τηλέφωνο είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα από την τελευταία φορά. Μιλάμε λες και θα συναντηθούμε αύριο πάλι στην Κομο.
ΔιαγραφήΑυτό και μόνο εμένα μου αρκεί, γιατί ξέρω ότι η φιλία αυτή είναι αληθινή. Και γιατί ξέρω ότι αν νιώσω την ανάγκη να της μιλήσω για κάτι, θα είναι εκεί να με ακούσει.
Ακόμη και με την κολλητή μου το καλοκαίρι κάπως χαθήκαμε -εκείνη με την εγκυμοσύνη κι εγώ με τη δουλειά ήμασταν σε περίεργες φάσεις και διαφορετικά ωράρια. Το φθινόπωρο, όμως, η μεταξύ μας σχέση ήταν λες και δεν είχαμε χαθεί καθόλου. Ακόμη και τώρα που γέννησε και τρέχει, μιλάμε μια φορά τη βδομάδα στα πεταχτά, αλλά ο τρόπος που μιλάμε είναι πάντα το ίδιο ζεστός.
Αυτές τις φιλίες θέλω πλέον στη ζωή μου, γιατί ούτε κι εγώ είμαι στη φάση που βρισκόμουν πριν μερικά χρόνια..κυρίως αυτήν την περίοδο, που υπό τη λαιμητόμο της ανεργίας -και χωρίς τη δικαιολογία των σπουδών- δεν έχω την όρεξη να σπαταλώ χρήματα που δεν βγάζω εγώ(σε αντίθεση με κάποιες φίλες που τώρα θυμήθηκαν να περάσουν δεύτερη εφηβεία -μάλλον γιατί δεν κοπροσκύλιασαν όπως εγώ στην πρώτη χαχαχαχαχαχαχα).
Αυτές είναι και οι καλύτερες. Και εγώ με τις περισσότερες φιλίες που έχω μπορεί να μη μιλάω σε καθημερινή βάση, αλλά όταν το κάνω θα είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα. Σα να είναι όλα όπως τότε που ήμασταν σε καθημερινή βάση, όλη μέρα, κάθε μέρα μαζί.
ΔιαγραφήΤο θέμα με τις φιλίες είναι ότι αλλάζουν. Αλλάζουν τόσο πολύ που όταν το συνειδητοποιείς σε πιάνει ένα σφίξιμο στο στομάχι.
Πάντα υπάρχουν άτομα που πίστευες ότι ποτέ δεν θα χάσεις και έχεις καταλήξει ότι ο χρόνος που γνωρίζεις κάποιον δεν λέει τίποτα απολύτως. Το πως σε νιώθει και σε καταλαβαίνει ο άλλος έχει σημασία!